γωνιᾷ

γωνιᾷ
γωνιάζω
place at an angle
fut ind mid 2nd sg (epic)
γωνιάζω
place at an angle
fut ind act 3rd sg (epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • γωνία — γωνίᾱ , γωνία corner fem nom/voc/acc dual γωνίᾱ , γωνία corner fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γωνιά — η 1. το τζάκι: Ψήσαμε κάστανα στη γωνιά. 2. απόμερο σημείο: Στάθηκα σε μια γωνιά και χάζευα τον κόσμο. 3. η σκληρή άκρη ψωμιού ή γλυκίσματος: Μου αρέσει η γωνιά της πίτας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γωνίᾳ — γωνίαι , γωνία corner fem nom/voc pl γωνίᾱͅ , γωνία corner fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γωνιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 220 μ., 384 κάτ.) του νομού Ρεθύμνης. Βρίσκεται νοτιοδυτικά της πόλης του Ρεθύμνου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νικηφόρου Φωκά. * * * η βλ. γωνία …   Dictionary of Greek

  • γωνία — η 1. γεωμετρικό σχήμα που αποτελείται από δύο ημιευθείες ή δύο επίπεδα που έχουν την ίδια κορυφή: Το τρίγωνο έχει τρεις γωνίες. 2. το σημείο όπου διασταυρώνονται δύο δρόμοι: Θα σε περιμένω στη γωνία. 3. εργαλείο σε σχήμα ορθής γωνίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δίεδρη γωνία — Όρος της γεωμετρίας. Αν θεωρήσουμε δύο ημιεπίπεδα με κοινή την αρχική τους ευθεία, τότε: 1. Αν τα ημιεπίπεδα δεν συμπίπτουν, ο χώρος χωρίζεται από αυτά σε δύο μέρη· καθένα από τα δύο αυτά μέρη του χώρου ονομάζεται δ.γ. (βλ. σχήματα 1 και 2). 2.… …   Dictionary of Greek

  • συνεπαφής γωνία — Αν θεωρήσουμε ένα υγρό μέσα σε ένα δοχείο θα παρατηρήσουμε ότι, κοντά στα ελεύθερα τοιχώματα, η υγρή επιφάνεια παίρνει κοίλη μορφή (π.χ. στην περίπτωση νερού σε δοχείο γυάλινο) ή με κυρτή (π.χ. υδράργυρος σε δοχείο γυάλινο). Η γωνία που… …   Dictionary of Greek

  • συμπληρωματική, γωνία — Μια γωνία λέγεται συμπληρωματική άλλης, αν (και μόνο) το άθροισμά τους είναι μια ορθή γωνία …   Dictionary of Greek

  • αμβλεία γωνία — Κάθε γωνία που είναι μεγαλύτερη από μία ορθή …   Dictionary of Greek

  • Ασή Γωνιά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ., 586 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων. Αποτελεί έδρα της ομώνυμης κοινότητας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”